Άνοιξε ο δρόμος για χωριστές δηλώσεις συζύγων
Του Γιώργου Χριστόπουλου
Η ανάγκη επικαιροποίησης της διαδικασίας μεταβολής της φορολογικής κατοικίας, και συνακόλουθα της δυνατότητας για χωριστές δηλώσεις των συζύγων με διαφορετική φορολογική κατοικία, ήταν δεδομένη. Είναι πλέον “νοητή η χωριστή κατοικία των συζύγων”, μετά τις κρίσιμες αποφάσεις του ΣτΕ 1445/2016 και 1215/2017.
Σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΣτΕ 1445/2016 (πιλοτική δίκη), όσο και με τη νεότερη απόφαση 1215/2017, αλλά με την πρόσφατη 330/2018:
– Είναι νοητή η χωριστή κατοικία των συζύγων σε περίπτωση που έγγαμο φυσικό πρόσωπο δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα.
– Δεν τίθεται ζήτημα υποχρέωσης υποβολής κοινής δήλωσης φόρου εισοδήματος, του συζύγου (κατά το άρθρο 67 παρ. 4 του ΚΦΕ – ν. 4172/2013) με τη σύζυγό του, για τον λόγο ότι ο ίδιος έχει τη φορολογική κατοικία του στην αλλοδαπή, επειδή η σύζυγος τυγχάνει φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, λόγω του ότι πληροί τα κριτήρια του νόμου (κατά το άρθρο 4 παρ. 1, του ΚΦΕ – Ν.4172/2013).
– Ούτε τίθεται ζήτημα υποχρέωσης υποβολής εκ μέρους του δήλωσης φόρου εισοδήματος για τα εισοδήματα της συζύγου του, η οποία τυγχάνει φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, για τον λόγο ότι ο ίδιος έχει τη φορολογική κατοικία του στην αλλοδαπή.
– Η σύζυγός του δικαιούται στην εν λόγω περίπτωση σε αυτοτελή υποβολή της σχετικής δήλωσης, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013, ηλεκτρονικά και το δικαίωμά της να υποβάλλει αυτοτελώς δηλώσεις φόρου περί του εισοδήματός της δεν μπορεί να εξαρτάται από τη συγκυριακή απόκτηση εκ μέρους του συζύγου, φορολογικού κατοίκου εξωτερικού, εισοδημάτων που προκύπτουν στην Ελλάδα (κάτι τέτοιο, υπογραμμίζει το ΣτΕ, θα προκαλούσε και ανασφάλεια δικαίου ως προς την τήρηση των κανόνων της φορολογικής νομοθεσίας).
– Τα πιο πάνω ισχύουν ανεξάρτητα αν η υποχρέωση υποβολής κοινής δήλωσης από τον σύζυγο για λογαριασμό και των δύο συζύγων είναι ή όχι σύμφωνη με διατάξεις υπερνομοθετικής ισχύος.
Το ΣτΕ, προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, σχολιάζοντας τη μη πρόβλεψη στο σύστημα (σημ. το Τaxis) της δυνατότητας υποβολής δήλωσης από τον έναν μόνο σύζυγο, όταν ο άλλος δεν είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, αποφαίνεται ότι “θα πρέπει αντιθέτως να προσαρμόζεται στους κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας και να εξυπηρετεί τις ανάγκες της ορθής εφαρμογής της και όχι η εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας να προσαρμόζεται στις δυνατότητες του συστήματος”.
Ακολούθησε η απόφαση πολ. 1201/06.12.2017 του διοικητή της ΑΑΔΕ, για την αλλαγή της φορολογικής κατοικίας, η οποία κατήργησε την πολ. 1058/2015 και ανοίγει πλέον τον δρόμο της αλλαγής φορολογικής κατοικίας, χωρίς το κριτήριο του οικογενειακού δεσμού, αφού ήταν απαγορευτική η αλλαγή στο μητρώο λόγω εγκατάστασης στο εξωτερικό του ενός συζύγου.
Φυσικά, όπως προαναφέραμε, τον δρόμο άνοιξε το ΣτΕ με τις δύο πιο πάνω αναφερόμενες αποφάσεις, που ερμήνευσαν αυθεντικά και διαπλαστικά τις διατάξεις του ΚΦΕ-Ν. 4172/2013 για τη φορολογική κατοικία και ανέτρεψαν τα δεδομένα, όχι μόνο για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις (που ξενιτεύεται ο ένας σύζυγος), αλλά δίνουν τη δυνατότητα για χωριστές δηλώσεις των συζύγων με διαφορετική φορολογική κατοικία.
Με την απόφαση αυτή δικαιώθηκε φορολογούμενος, ώστε:
– Να μπορεί να υποβάλλει χωριστή ηλεκτρονική δήλωση φόρου του εισοδήματός του και όχι του εισοδήματος της συζύγου του.
– Να εκδίδεται χωριστό εκκαθαριστικό.
– Να προσδιορίζονται χωριστά το αποτέλεσμα της εκκαθάρισης (δίχως άθροιση ή συμψηφισμό).
– Να προσδιορίζονται χωριστά οι τυχόν δόσεις πληρωμής.
Το ΣτΕ αποφάσισε ότι ο φορολογούμενος (όπως, κατ’ επέκταση, και η σύζυγός του) έχει το δικαίωμα να υποβάλλει αυτοτελώς δήλωση φόρου περί του εισοδήματός του, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013.
Κατά το σκεπτικό της απόφασης, οι δικαστές σημειώνουν ότι ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος:
– Ενώ έχει διατηρήσει για τον σύζυγο την υποχρέωση μόνο για τον φόρο που αναλογεί στο δικό του εισόδημα.
– Ενώ επίσης έχει διατηρήσει για τη σύζυγο, την υποχρέωση μόνο για τον φόρο που αναλογεί στο δικό της εισόδημα.
– Εντούτοις, προβλέπει την υποχρέωση στον σύζυγο να υποβάλλει τη δήλωση και για το εισόδημα της συζύγου.
Ωστόσο, όπως αποφαίνονται οι δικαστές, η διατήρηση της υποχρέωσης για κοινή δήλωση δεν υπαγορεύεται:
– Ούτε από τις ρυθμίσεις του ΚΦΕ περί (ουσιαστικού) υπόχρεου και βαρυνόμενου με τον φόρο.
– Ούτε από τις ρυθμίσεις του ΚΦΔ περί χωριστής βεβαίωσης της οφειλής του φόρου σε κάθε σύζυγο.
Ούτε πλέον υπάρχουν οι λόγοι των τεχνικών δυσχερειών (που αναλύονταν στην αιτιολογική έκθεση του ν. 1473/1984, όπως η αύξηση του αριθμού των δηλώσεων, η καθυστέρηση στην εκκαθάρισή τους, η σύνταξη διπλών χρηματικών καταλόγων) που δικαιολογούσαν την κοινή δήλωση από τους συζύγους.
Αυτοί οι λόγοι –υπογραμμίζουν οι δικαστές– έχουν εκλείψει προ πολλού, εν όψει και της εν τω μεταξύ αλματώδους προόδου της τεχνολογίας, τις δυνατότητες της οποίας υποχρεούται να αξιοποιεί η φορολογική διοίκηση, προς εξυπηρέτηση του έργου της.
(πρβλ. ΣτΕ 1738/2017 Ολ. σκ. 6, ΣτΕ 2649/2017 Ολ. σκ. 33, ΣτΕ 2934/2017 7μ. σκ. 10)
Τι έκρινε το ΣτΕ
Εφόσον δεν συντρέχει λόγος, και μάλιστα προφανής λόγος δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος να δικαιολογεί την υποχρεωτική διάταξη του άρθρου 67 παρ. 4 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για υποβολή κοινής δήλωσης φόρου εισοδήματος των συζύγων (ερμηνευόμενη και υπό το φως των διατάξεων του Συντάγματος καθώς και του άρθρου 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ν.δ. 53/1974, Α’ 256) (πρβλ. ΣτΕ 1215/2017), η διάταξη αυτή έχει την έννοια:
Ότι ο σύζυγος υποβάλλει κατ’ αρχήν κοινή δήλωση και για το εισόδημα της συζύγου του:
– Εφόσον και οι δύο σύζυγοι συναινούν,
– Η συναίνεση μπορεί να αποτυπώνεται στην υποβολή της κοινής δήλωσης.
Όταν δεν επιθυμούν κοινή δήλωση:
– και ο ένας έστω από τους συζύγους το δηλώνει, τότε:
– Οι σύζυγοι μπορούν να υποβάλλουν χωριστές δηλώσεις φόρου του εισοδήματός τους, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013.
Σήμερα η υποβολή κοινής δήλωσης των συζύγων μπορεί μεν να διευκολύνει άλλες διατάξεις, όπως:
– Εκπτώσεις από τον φόρο για τα παιδιά.
– Την κάλυψη τεκμηρίων που θέλει να αντιμετωπίζονται αθροιστικά με το οικογενειακό εισόδημα.
Αλλά δεν εξαρτάται αναγκαστικά από αυτές τις περιπτώσεις, καθώς κρίσιμη είναι μόνη η εξεύρεση του αθροίσματος των εισοδημάτων των συζύγων, το οποίο (άθροισμα) μπορεί να προκύπτει και από αυτοτελείς δηλώσεις.
* Ο κ. Γιώργος Χριστόπουλος είναι Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός
g.christopoulos@mental.gr
πηγη