Δυνατότητα ρύθμισης όλων των οφειλών των επαγγελματιών
Τις βεβαιωμένες οφειλές τους προς το Δημόσιο, την Φορολογική Διοίκηση, τους ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης θα μπορούν να ρυθμίζουν οι ασφαλισμένοι του ΟΑΕΕ που δεν βρίσκονται πλέον σε οικονομική θέση να ανταπεξέλθουν σ’ αυτές.
Με εγκύκλιο της διοίκησης του ΟΑΕΕ διευκρινίζεται πως το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων υπάγονται όλα τα φυσικά πρόσωπα (μισθωτοί, άνεργοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, πρώην έμποροι) που δε διαθέτουν πτωχευτική ικανότητα, δεν τελούν υπό πτώχευση και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών.
Ποιοι μπορούν να ενταχθούν
Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής μπορούν να υποβάλλουν στο αρμόδιο Δικαστήριο αίτηση ρύθμισης των οφειλών τους.
Οι οφειλές που εμπίπτουν στη εν λόγω ρύθμιση δεν επιτρέπεται:
– να αποτελούν το σύνολο των οφειλών του φυσικού προσώπου αλλά πρέπει να συντρέχουν με οφειλές προς ιδιώτες πιστωτές.
– να προέρχονται από αδίκημα που οφείλεται σε δόλο, βαριά αμέλεια, χρηματικές ποινές ή διοικητικά πρόστιμα, υποχρεώσεις διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου
– να έχουν δημιουργηθεί ή βεβαιωθεί κατά το τελευταίο έτος πριν την υποβολή αίτησης υπαγωγής
Οφειλή που δεν έχει περιληφθεί στην αίτηση δεν επηρεάζεται από τη διαδικασία διευθέτησης οφειλών.
Κατ επιλογή του οφειλέτη μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση οφειλές που, κατά την ημερομηνία αίτησης για την υπαγωγή στη διαδικασία, τελούν σε αναστολή διοικητική, δικαστική ή εκ του νόμου ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ.
Χρονοδιάγραμμα υπαγωγής στη ρύθμιση
Με την εγκύκλιο του ΟΑΕΕ, καθορίζεται η υποχρέωση χορήγησης, μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες μέρες από την υποβολή σχετικού αιτήματος του οφειλέτη, αναλυτικής κατάστασης των βεβαιωμένων ασφαλιστικών οφειλών προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Καθορίζονται η διαδικασία υποβολής της αίτησης υπαγωγής προς το αρμόδιο Δικαστήριο και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Η αίτηση του οφειλέτη πρέπει να αναφέρει:
– την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη και της συζύγου του
– τους πιστωτές και τις απαιτήσεις τους
– τυχόν μεταβιβάσεις ακινήτων που πραγματοποίησε την τελευταία τριετία
– σχέδιο διευθέτησης των οφειλών, που να λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα των πιστωτών, την περιουσία και τις δαπάνες διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του και την προστασία της κύριας κατοικίας του ή
– τυχόν αίτημα για διαγραφή των χρεών του.
Η αίτηση συνοδεύεται από Υπεύθυνη Δήλωση περί της ορθότητας του περιεχομένου και των δικαιολογητικών.
Ειδικότερα, εντός δύο (2) ημερών από την κατάθεση της αίτησης, προχωρούν σε τυπικό έλεγχο, ως προς την πληρότητα του περιεχομένου και των εγγράφων που την συνοδεύουν, και ανοίγουν σχετικό φάκελο.
Εάν η αίτηση είναι πλήρης προσδιορίζεται δικάσιμος. Εάν δεν είναι πλήρης ή
διαπιστώνεται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις καλείται ο οφειλέτης να παράσχει διευκρινήσεις ή συμπληρωματικά δικαιολογητικά εντός δέκα πέντε ημερών από τη λήψη της πρόσκλησης. Η προθεσμία δύναται να παραταθεί κατά ένα (1) μήνα αν απαιτείται από το είδος των στοιχείων που πρέπει να υποβληθούν.
Μέχρι να συμπληρωθούν οι ελλείψεις , δεν θεωρείται ολοκληρωμένη η αίτηση και δε δύναται να προσδιοριστεί δικάσιμος. Αν ο οφειλέτης δεν απαντήσει/προσέλθει στην ορισθείσα προθεσμία η αίτηση τίθεται στο αρχείο.
– Με την ολοκλήρωση κατάθεσης της αίτησης :
α. Ο οφειλέτης πρέπει να επιδώσει εντός δέκα πέντε (15) ημερών αντίγραφό της στους πιστωτές οι οφείλουν εντός μηνός, από την επίδοση, να υποβάλλουν τις απόψεις τους για το σχέδιο ρύθμισης οφειλών του αιτούντος.
β. Προσδιορίζεται η μέρα επικύρωσης τυχόν εξωδικαστικού συμβιβασμού. Η ημερομηνία επικύρωσης προσδιορίζεται εντός δύο (2) μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης.
γ. Συζητείται ενδεχόμενο αίτημα προσωρινής διαταγής και λήψης προληπτικών μέτρων.
– Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης. Σε περίπτωση προσωρινής διαταγής, η ακροαματική διαδικασία προσδιορίζεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοσή της.
– Η αναστολή τυχόν καταδιωκτικών μέτρων δε μπορεί να παραταθεί πέραν των έξι (6) μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης.
Σε κάθε περίπτωση, αν δε τηρούνται οι πιο πάνω προθεσμίες χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, μπορεί να υποβάλει νέο αίτημα με το οποίο επέρχεται αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων.
Καταβολή σε τουλάχιστον 40 μηνιαίες δόσεις
Από την ολοκλήρωση κατάθεσης της αίτησης ο οφειλέτης υποχρεούται σε σύμμετρη ικανοποίηση των πιστωτών του, μηνιαίως, κατά το σχέδιο πληρωμής που έχει επικυρωθεί με τυχόν εξωδικαστικό συμβιβασμό ή απόφαση προσωρινής διαταγής, και αναστέλλεται η παραγραφή των απαιτήσεων των πιστωτών.
Από την ίδια ημερομηνία επέρχεται λύση τυχόν ισχύουσας ρύθμισης, διευκόλυνσης ή τμηματικής καταβολής.
Ποσόν που αντιστοιχεί στο ύψος των ευλόγων δαπανών διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, όπως αυτό προσδιορίζεται από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία ΕΛΣΤΑΤ, και στις οποίες περιλαμβάνονται οι δαπάνες κοινωνικής ασφάλισης, εξαιρείται από το εισόδημα του οφειλέτη, προκειμένου να καθορισθούν οι μηνιαίες καταβολές με την προσωρινή διαταγή ή την οριστική απόφαση.
Τυχόν υπερβαίνον (τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης) ποσό αποδίδεται στους πιστωτές μέσω των μηνιαίων δόσεων.
Οι μηνιαίες καταβολές από την κατάθεση της αίτησης μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης συνυπολογίζονται στο χρονικό διάστημα καταβολών.
Το ελάχιστο συνολικό ποσό καταβολής στους πιστωτές δε μπορεί να υπολείπεται των σαράντα (40) ευρώ μηνιαίως.
Σε περιπτώσεις που λόγω εξαιρετικών περιστάσεων (πχ χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα κλπ) μπορούν να προσδιορίζονται με την απόφαση μηνιαίες καταβολές μικρότερου ύψους ή μηδενικές.
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης καθυστερεί υπαίτια την καταβολή των δόσεων που έχουν ορισθεί από το Δικαστήριο, με συνέπεια το συνολικό ποσό σε καθυστέρηση να υπερβαίνει το ποσό τριών (3) μηνιαίων δόσεων, το Δικαστήριο διατάσσει την ανάκληση της προσωρινής διαταγής με την οποία ορίσθηκε η καταβολή των δόσεων ή η αναστολή προληπτικών ή ανασταλτικών μέτρων.
Για την ανάκληση πρέπει να κατατεθεί σχετική αίτηση του πιστωτή εντός τεσσάρων (4) μηνών από την δημιουργία του λόγου ανάκλησης (υπέρβαση του ορίου).
Δυνατότητα προσωρινής απαλλαγής
Προβλέπεται διαδικασία προσωρινής απαλλαγής του οφειλέτη από τα χρέη που περιλαμβάνονται στην αίτηση. Αν ο οφειλέτης αποδεικνύει σωρευτικά ότι :
– κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης δε διαθέτει οποιαδήποτε ακίνητη περιουσία και δεν έχει προβεί σε πράξη διάθεσης ακίνητης περιουσίας, κατά την τελευταία τριετία
– τα υπόλοιπα περιουσιακά του στοιχεία, περιλαμβανομένων των καταθέσεων σε Πιστωτικά Ιδρύματα, δεν υπερβαίνουν τα χίλια (1000) ευρώ
– οι οφειλές που περιλαμβάνει στην αίτηση αποτελούν το σύνολο των οφειλών του
– το σύνολο των οφειλών δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ συμπεριλαμβανομένων τόκων, εξόδων και πάσης φύσεως προσαυξήσεων
-οι οφειλές δεν εμπίπτουν στις εξαιρούμενες περιπτώσεις
-τα πάσης φύσεως εισοδήματα του , κατά την διάρκεια του τελευταίου έτους, είναι μηδενικά και
-είναι συνεργάσιμοι δανειολήπτες, όπως η έννοια προσδιορίζεται από τον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών ο ειρηνοδίκης δύναται, κατόπιν σχετικού αιτήματος, και εφόσον οι πιστωτές δεν αμφισβητούν τη συνδρομή των προϋποθέσεων, να διατάξει την προσωρινή απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη.
Η προσωρινή απαλλαγή διαρκεί για δέκα οκτώ μήνες (18), κατά τους οποίους αναστέλλονται τα ατομικά καταδιωκτικά μέτρα. Κατά τον χρόνο αυτό, ο οφειλέτης οφείλει να ενημερώνει το Δικαστήριο για τυχόν μεταβολή της περιουσιακής ή εισοδηματικής του κατάστασης.
Αν δε μεταβληθούν οι προϋποθέσεις, κατά την διάρκεια της προσωρινής απαλλαγής, μετά τη πάροδο του χρόνου ο οφειλέτης απαλλάσσεται των χρεών του.
Αν μεταβληθούν οι προϋποθέσεις ο οφειλέτης καθίσταται έκπτωτος από το καθεστώς προσωρινής απαλλαγής και αίρεται η προσωρινή αναστολή μέτρων σε βάρος του.