Με απλά λόγια: η Διακίνηση Αποθεμάτων και η Τιμολόγηση στα ΕΛΠ

Με απλά λόγια: η Διακίνηση Αποθεμάτων και η Τιμολόγηση στα ΕΛΠ

13 Νοεμβρίου 2015 Κλείσιμο Από Alexandros

Από τον Νίκο Φραγκιαδάκη

Το παρόν άρθρο έχει σκοπό να παρουσιάσει τα ζητήματα που αφορούν τη διακίνηση και την τιμολόγηση στα ΕΛΠ, όσο το δυνατόν με πιο απλό τρόπο, χωρίς εκτενείς αναφορές σε άρθρα, Νόμους, εγκυκλίους και ΠΟΛ (υπάρχουν άπειρες άλλες πηγές γι’αυτό).

 

Το ζητούμενο είναι να μπορέσει ο αναγνώστης να καταλάβει πως γίνεται η Διακίνηση Αποθεμάτων και η Τιμολόγηση στα ΕΛΠ και να απομνημονεύσει εύκολα τους γενικούς κανόνες, η τήρηση των οποίων είναι απαραίτητη για την ομαλή διεξαγωγή της λογιστικής μας καθημερινότητας και να εμβαθύνει σε προσωπικό επίπεδο στη σχετική νομολογία, κατά περίπτωση.

Οι ενότητες που θα απαρτίσουν το παρόν άρθρο ουσιαστικά είναι δύο:

  1. Διακίνηση αποθεμάτων (άρθρο 5 Ν4308/2014) και
  2. Τιμολόγηση (άρθρα 8-11 Ν4308/2014).

Η Διακίνηση Αποθεμάτων

Μετά την έναρξη της ισχύος του Ν 4308/2014 Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα αλλά και με την ξαφνικότατη κατάργηση του ΚΒΣ και την ισχύ του ΚΦΑΣ, δημιουργήθηκε μεγάλη σύγχυση στους λογιστές όσον αφορά στα παραστατικά της διακίνησης (έκδοση, τήρηση, θεώρηση κλπ).

Το αποτέλεσμα ήταν να συνεχίσουν να λειτουργούν οι λογιστές πάνω στο θέμα της διακίνησης όπως και πριν με τον ΚΒΣ – πλην θεώρησης.

Ευτυχώς, με την εφαρμογή των ΕΛΠ, φύγαμε από ένα τυπολατρικό σύστημα και περάσαμε σε μια νέα εποχή με κανόνες όπου αφήνουν έναν βαθμό ελευθερίας στον λογιστή ως προς την διαχείριση.

Τα ΕΛΠ περιλαμβάνουν κανονιστικά πλαίσια και ορίζουν τις κατ’ελάχιστον υποχρεώσεις.

Υπάρχουν δύο γενικοί κανόνες οι οποίοι εσωκλείουν κάποιες εσωτερικές οδηγίες ως προς την διακίνηση αποθεμάτων:

  1. Ο πρώτος κανόνας είναι ότι η οντότητα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθεί τις διακινήσεις των παραλαμβανομένων και αποστελλομένων αποθεμάτων, είτε έχουν τιμολογηθεί είτε όχι, για την εξασφάλιση αξιοπιστίας και απόδειξης ελέγξιμης αλληλουχίας.
  2. Ο δεύτερος κανόνας έχει να κάνει με το συνοδευτικό έγγραφο αποθεμάτων.
    Όταν αποστέλλονται αγαθά από την επιχείρηση, τότε μπορεί να συνοδεύονται είτε από Δελτίο Αποστολής, είτε από Τιμολόγιο, είτε από Απόδειξη Λιανικής Πώλησης.
    Όχι όπως παλιά που έπρεπε να εκδοθεί Δελτίο Αποστολής ή Δελτίο Αποστολής-Τιμολόγιο. Συνοδευτικό έγγραφο μπορεί να είναι ένα από τα τρία παραπάνω στοιχεία.

Βέβαια, υπάρχουν αρκετές υποπεριπτώσεις και οδηγίες για ειδικές περιπτώσεις διακίνησης αλλά

η κάθε νομική οντότητα οφείλει να διασφαλίζει την πλήρη και την ορθή παρακολούθηση των διακινούμενων αποθεμάτων:

  • είτε είναι προς πώληση,
  • είτε εσωτερική διακίνηση μεταξύ εγκαταστάσεων της επιχείρησης,
  • είτε σε περίπτωση παραλαβής αποθεμάτων από μη υπόχρεο ή αρνούμενο έκδοσης.

Πιο πάνω, αναφέρθηκε η απόδειξη της ελέγξιμης αλληλουχίας.

Οι διατάξεις των ΕΛΠ ορίζουν ότι, η οντότητα πρέπει να είναι σε θέση να παρουσιάζει και να αποδεικνύει σε κάθε ζήτηση όλη την αλληλουχία διακίνησης των αποθεμάτων της. Αυτό επιτυγχάνεται όταν η τήρηση στοιχείων της γίνεται με τάξη, ορθότητα και πληρότητα. Το παραπάνω αποτελεί υποχρέωση της οντότητας, ώστε να είναι σε θέση να αποδεικνύει και να τεκμηριώνει σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή τις διακινήσεις των αποθεμάτων.

Συνοδευτικό έγγραφο διακίνησης αποθεμάτων μπορεί να εκδίδεται και σε ηλεκτρονική μορφή.
Προαπαιτούμενο αποτελεί η διασφάλιση μέσω κατάλληλων δικλείδων ασφαλείας ότι ο χρόνος έκδοσης προηγείται της διακίνησης.

Για παράδειγμα,

δύναται να εκδοθεί Δελτίο Αποστολής το οποίο θα σταλεί με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον παραλήπτη πριν την έναρξη της αποστολής των εμπορευμάτων.

Και θα ρωτήσει κανείς, εύλογα:

Κατά την διάρκεια της μεταφοράς πως αποδεικνύουμε την ύπαρξη συνοδευτικού εγγράφου;

Το συνοδευτικό έγγραφο μπορεί να παρουσιαστεί σε φορολογικό έλεγχο μέσα από ένα Smartphone ή ένα tablet στο οποίο θα είναι εμφανής η ένδειξη ότι η έκδοση έχει λάβει χώρα πριν την έναρξη της διακίνησης.

Η Τιμολόγηση

Τιμολόγιο είναι το στοιχείο που εκδίδεται από την υποκείμενη οντότητα για κάθε πώληση αγαθών και παροχή υπηρεσιών.

Κάθε έγγραφο που περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για το τιμολόγιο θεωρείται τιμολόγιο. Υπάρχει μια βασική προϋπόθεση ότι ο λήπτης των αγαθών ή των υπηρεσιών αποδέχεται το συγκεκριμένο έγγραφο.

Κάθε έγγραφο ή μήνυμα που τροποποιεί και αναφέρεται ειδικά σε ένα αρχικό τιμολόγιο, θεωρείται τιμολόγιο.

Πιστωτικό Τιμολόγιο είναι το τιμολόγιο το οποίο αφορά και εκδίδεται σε περιπτώσεις επιστροφής, έκπτωσης και διαφορών οι οποίες προκύπτουν από τις συνήθεις συναλλαγές.

 

Τιμολόγιο εκδίδεται από τους υπόχρεους στις παρακάτω περιπτώσεις:

  • Α) Πώληση αγαθών (εντός και εκτός χώρας)
  • Β) Παροχή Υπηρεσιών (εντός και εκτός χώρας)
  • Γ) Αγορά αγαθών από μη υπόχρεους ή αρνούμενους εκδόσεως.

Σε αυτήν την περίπτωση η οντότητα οφείλει και φέρει την ευθύνη να εκδόσει σχετικό παραστατικό προς τεκμηρίωση και αναγνώριση της συναλλαγής. Οι διατάξεις των ΕΛΠ ορίζουν τις κατ’ ελάχιστον πληροφορίες που πρέπει να έχει το συγκεκριμένο σχετικό παραστατικό, οι οποίες είναι:

  • Ημερομηνία έκδοσης και ημερομηνία συναλλαγής
  • Επωνυμία, διεύθυνση, ΑΦΜ του αντισυμβαλλόμενου
  • Είδος, ποσότητα αγαθών ή είδος υπηρεσιών
  • Αξία μονάδας των αγαθών ή την αξία της υπηρεσίας
  • Συνολικό ποσό συναλλαγής

Σε περίπτωση όπου δεν πραγματοποιείται η τιμολόγηση από τον υπόχρεο, αλλά από τρίτο σε περίπτωση ανάθεσης τιμολόγησης ή από τον πελάτη του σε περίπτωση αυτοτιμολόγησης, η ευθύνη εξασφάλισης της έκδοσης των τιμολογίων βαρύνει τον υπόχρεο.

Περιεχόμενο Τιμολογίου

Το τιμολόγιο σύμφωνα με τα ΕΛΠ φέρει υποχρεωτικά τις ακόλουθες ενδείξεις:

  • Την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου
  • Τον αύξοντα αριθμό
  • Τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου, με βάση τον οποίο ο πωλητής πραγματοποίησε την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών
  • Τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου του πελάτη, με βάση τον οποίο έλαβε χώρα η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών
  • Την πλήρη επωνυμία και την πλήρη διεύθυνση του πωλητή και του πελάτη που αποκτά τα αγαθά ή λαμβάνει υπηρεσίες.
  • Την ποσότητα και το είδος των παραδιδόμενων αγαθών ή την έκταση και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών, εκτός αν η έκταση και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών προκύπτει από άλλα έγγραφα στα οποία παραπέμπει το τιμολόγιο.
  • Την ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε ή ολοκληρώθηκε η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών, εφόσον η ημερομηνία αυτή δεν συμπίπτει με την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου.
  • Την αξία των αγαθών ή υπηρεσιών ανά συντελεστή ΦΠΑ, την αξία που απαλλάσσεται ΦΠΑ, την αξία μονάδας αγαθού ή υπηρεσίας χωρίς ΦΠΑ, καθώς και την αξία κάθε έκπτωσης ή επιστροφής, εάν δεν συμπεριλαμβάνεται στην τιμή μονάδας.
  • Τον συντελεστή ΦΠΑ που εφαρμόζεται.
  • Το ποσό του οφειλόμενου ΦΠΑ, εκτός αν εφαρμόζεται ειδικό καθεστώς, σύμφωνα με το οποίο η πληροφορία αυτή παραλείπεται.
  • Τον όρο «Αυτό-τιμολόγηση», όταν το τιμολόγιο εκδίδεται από τον λήπτη αγαθών ή υπηρεσιών.
  • Όταν η πράξη απαλλάσσεται από ΦΠΑ, η διάταξη της εθνικής νομοθεσίας (Ν2859/2000) ή η διάταξη της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή άλλη διάταξη, σύμφωνα με την οποία η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών απαλλάσσεται από τον φόρο αυτόν.
  • Όταν ο λήπτης είναι υπόχρεος καταβολής του ΦΠΑ, η αναφορά «Αντίστροφη Επιβάρυνση»
  • Επί ενδοκοινοτικής παράδοσης ενός καινούργιου μεταφορικού μέσου, τα στοιχεία που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία περί ΦΠΑ, βάσει της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.
  • Όταν εφαρμόζεται το καθεστώς του περιθωρίου κέρδους των πρακτορείων ταξιδίων, η αναφορά «Καθεστώς περιθωρίου – Ταξιδιωτικά Πρακτορεία».
  • Ο όρος «Καθεστώς περιθωρίου – Αντικείμενα συλλεκτικής και Αρχαιολογικής Αξίας», όταν εφαρμόζεται ένα από τα ειδικά καθεστώτα που ισχύουν στον τομέα των μεταχειρισμένων αγαθών και των αντικειμένων καλλιτεχνικής, συλλεκτικής και αρχαιολογικής αξίας, αντίστοιχα.
  • Όταν ο υπόχρεος στο ΦΠΑ, είναι φορολογικός αντιπρόσωπος κατά την έννοια της ισχύουσας νομοθεσίας περί ΦΠΑ, και της σχετικής οδηγίας 2006/112/ΕΚ, τα πλήρη στοιχεία του εν λόγω προσώπου, καθώς και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου αυτού.

Διαβάζοντας τις παραπάνω ενδείξεις, σημειώνουμε ότι δεν υπάρχει πια υποχρέωση αναγραφής του επαγγέλματος του αντισυμβαλλόμενου καθώς και της αρμόδιας Δ.Ο.Υ..

Επίσης, δεν υπάρχει ρητή αναφορά στην αναγραφή του σχετικού παραστατικού διακίνησης όπως παλαιότερα υπήρχε επί ΚΒΣ.

Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, κατά την διακίνηση των αποθεμάτων, μπορεί να συνοδεύονται:

  • είτε από Δελτίο Αποστολής,
  • είτε από Τιμολόγιο,
  • είτε από Απόδειξη Λιανικής Πώλησης.

Όταν τα αποθέματα αποστέλλονται με συνοδευτικό έγγραφο παραστατικό αξίας (Τιμολόγιο ή ΑΛΠ) τότε λογικό είναι να μην υπάρχει αναφορά σε παραστατικό διακίνησης, αφού το ίδιο στοιχείο αποτελεί και το παραστατικό διακίνησης.

Όταν όμως τα αποθέματα συνοδεύονται από Δελτίο Αποστολής και ακολουθεί σε μεταγενέστερη ημερομηνία το παραστατικό αξίας, τότε, κατά την γνώμη του γράφοντος, θα πρέπει να αναφέρεται το παραστατικό διακίνησης, όσο κι αν δεν υπαγορεύεται από τις διατάξεις, στα πλαίσια της απόδειξης αλληλουχίας των γεγονότων κατά τον φορολογικό έλεγχο.

Όσον αφορά στην Παροχή Υπηρεσιών, οι διατάξεις αναφέρουν ότι το Τιμολόγιο πρέπει να αναφέρει την έκταση και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών, εκτός αν η έκταση και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών προκύπτει από άλλα έγγραφα στα οποία παραπέμπει το τιμολόγιο.

Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην συγκεκριμένη διάταξη διότι αν δεν ικανοποιηθεί καμία από τις παραπάνω αναφορές τότε εγείρονται θέματα μη αναγνώρισης των δαπανών αυτών από τους λήπτες των υπηρεσιών.

 

Απλοποιημένο Τιμολόγιο και Συγκεντρωτικό Τιμολόγιο

Κατά τις διατάξεις των ΕΛΠ, επιτρέπεται η έκδοση απλοποιημένου τιμολογίου σε κάθε μία από τις παρακάτω δύο περιπτώσεις:

  1. Όταν το ποσό του τιμολογίου δεν υπερβαίνει το ποσό των €100 ή
  2. Όταν το εκδιδόμενο τιμολόγιο είναι έγγραφο της παρ. 3 του άρθρου 8 δηλαδή όταν είναι έγγραφο ή μήνυμα που τροποποιεί και αναφέρεται ειδικά σε ένα αρχικό τιμολόγιο.

Η διαφορά μεταξύ του κανονικού τιμολογίου και του απλοποιημένου τιμολογίου έγκειται στο ότι δεν αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του λήπτη του στοιχείου αλλά μόνο τις εξής ενδείξεις:

  • Ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου
  • Προσδιορισμό της οντότητας που πωλεί τα αγαθά ή τις υπηρεσίες
  • Τον προσδιορισμό των αγαθών ή των υπηρεσιών που προσφέρονται
  • Το ποσό του ΦΠΑ που οφείλεται ή τις απαιτούμενες πληροφορίες για τον υπολογισμό του
  • Όσον αφορά στην περίπτωση 2 που αναφέραμε πιο πάνω, αναφορά στο αρχικό τιμολόγιο και τα συγκεκριμένα δεδομένα που τροποποιούνται.

Επίσης, βάσει ΕΛΠ επιτρέπεται η έκδοση συγκεντρωτικού τιμολογίου το οποίο αναφέρεται σε διαφορετικές παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών.

Η έκδοση του συγκεντρωτικού τιμολογίου αφορά σε επαναλαμβανόμενες πωλήσεις, δηλαδή πωλήσεις που παρουσιάζουν περιοδικότητα από τον ίδιο πωλητή προς τον ίδιο αγοραστή.

Τότε, δύναται ο πωλητής να εκδίδει ένα τιμολόγιο για όλες αυτές τις πωλήσεις σύμφωνα με τον απαιτούμενο χρόνο έκδοσης τιμολογίων που θα δούμε αμέσως μετά.

Χρόνος Έκδοσης Τιμολογίου

Η υποχρέωση έκδοσης του τιμολογίου γεννάται κατά τον χρόνο που πραγματοποιείται η αποστολή ή παράδοση των αγαθών ή υπηρεσιών.

Ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου αποσυνδέεται από την αρχή του δεδουλευμένου και καθορίζεται ως εξής:

  • Σε περίπτωση πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο έως την 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή της αποστολής των αγαθών ή της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας.
  • Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο έως την 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό.
  • Το τιμολόγιο στις επαναλαμβανόμενες πωλήσεις προς τον ίδιο αγοραστή, εκδίδεται το αργότερο έως την 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία πραγματοποιήθηκε η πρώτη πώληση αγαθών.
  • Το πιστωτικό τιμολόγιο για επιστροφές αγαθών εκδίδεται στους ίδιους χρόνους.

Εδώ πρέπει να σημειωθούν τα εξής:

Το γεγονός ότι η έκδοση του τιμολογίου έχει αποδεσμευθεί από την έννοια του δεδουλευμένου, επιτρέπει όπως είδαμε π.χ.: μια πώληση που πραγματοποιείται 14 Νοεμβρίου, να τιμολογηθεί έως 15 Δεκεμβρίου. Δεν επιτρέπεται πια η αναδρομική τιμολόγηση με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία εργάσιμη μέρα του προηγούμενου μήνα όπως παλιά. Ειδικά στα τιμολόγια που σημαίνονται από Φορολογικό Μηχανισμό θα πρέπει η ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου να συμπίπτει με την ημερομηνία που αναφέρεται στην σήμανση στο κάτω μέρος του τιμολογίου.

Επίσης, ένα άλλο σημαντικό θέμα προκύπτει στις πωλήσεις του Δεκεμβρίου. Μια παράδοση αγαθών στις 28 Δεκεμβρίου δύναται να τιμολογηθεί έως 15 Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Εδώ θα πρέπει να διαχωριστεί η αντιμετώπιση από πλευράς ΦΠΑ και από πλευράς αποτελεσμάτων. Από την σκοπιά του ΦΠΑ, ο αναλογούν φόρος γίνεται απαιτητός στην περίοδο του Ιανουαρίου. Από την σκοπιά της λογιστικής παρακολούθησης, τότε η συγκεκριμένη πώληση θα συμπεριληφθεί στα αποτελέσματα της χρήσης που κλείνει την 31/12 του έτους της παράδοσης και όχι της τιμολόγησης.

Λιανική Πώληση Αγαθών ή Υπηρεσιών

Για κάθε πώληση αγαθών ή υπηρεσιών σε ιδιώτες μπορεί να εκδίδεται στοιχείο λιανικής πώλησης (Απόδειξη Λιανικής Πώλησης ή Απόδειξη Παροχής Υπηρεσιών) αντί του τιμολογίου.

Το στοιχείο της Λιανικής Πώλησης αναφέρει:

  • Ημερομηνία έκδοσης
  • Αύξοντα αριθμό
  • ΑΦΜ, πλήρες όνομα και διεύθυνση του πωλητή
  • Συντελεστή ΦΠΑ

Όλα τα στοιχεία Λιανικής Πώλησης εκδίδονται ηλεκτρονικά με σήμανση φορολογικού μηχανισμού ή με την χρήση Ταμειακής Μηχανής.

Με απόφαση του ΓΓΔΕ δύναται να απαλλάσσονται ορισμένες κατηγορίες οντοτήτων από την σήμανση των στοιχείων αυτών και να εκδίδονται τα στοιχεία αυτά είτε χειρόγραφα είτε με άλλο τρόπο.

Τέλος, επιτρέπεται η έκδοση στοιχείων λιανικής πώλησης με χειρόγραφο τρόπο για περιστασιακές λιανικές πωλήσεις.

Η διακίνηση και η τιμολόγηση αγαθών και υπηρεσιών είναι ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα στην καθημερινότητα των λογιστών και χρειάζεται να αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή και τάξη στην εφαρμογή και στην τήρηση των κανόνων για την ομαλή διεξαγωγή τους.

ΠΗΓΗ: Proseminars.eu, Proseminars.eu/Blog