Η απλή συνταγή για τη δημιουργία πλούτου

13 Μαΐου 2015 Κλείσιμο Από Alexandros

Ο πάντα επίκαιρος μεγάλος Αυστριακός οικονομολόγος Γιόζεφ Σουμπέτερ ήταν αυτός που είχε πει ότι η ανάπτυξη μίας χώρας είναι συνάρτηση του πνεύματος για το επιχειρείν που επικρατεί σε αυτήν. Πώς μπορεί να δημιουργηθεί ο πλούτος.

Ο μεγάλος Αυστριακός οικονομολόγος Γιόζεφ Σουμπέτερ (1883-1950), στο μνημειώδες βιβλίο του Σοσιαλισμός, Καπιταλισμός και Δημοκρατία, άφηνε να υπονοηθεί ότι το επιχειρηματικό πνεύμα δεν είναι ούτε επιστήμη, ούτε τέχνη, ούτε μία έμφυτη τάση για εκμετάλλευση των άλλων. Είναι μία διανοητική πρωτίστως προδιάθεση, που συνδυάζει την ανάληψη επενδυτικών κινδύνων με την ορθολογική αξιοποίηση γνώσεων και παρατηρήσεων για το άνοιγμα μιας αγοράς και την δημιουργία προϊόντων ή υπηρεσιών.

Υπό αυτή την έννοια, όπως έγραφε ο επίσης Αυστριακός οικονομολόγος και πατριάρχης της φιλελεύθερης οικονομικής Σχολής των Αυστριακών, Λούντβιχ φον Μίζες (1881-1973), στο βιβλίο του On Human Action, για τον πραγματικό επιχειρηματία η κατάλληλη επένδυση ξεκινά από την διάθεση χρόνου και την έφεση για δημιουργία. Ο σχηματισμός κεφαλαίου εξαρτάται από αυτή την ενέργεια. Και το παράδειγμα που δίνει ο φον Μίζες στο έργο του είναι διδακτικό και αποκαλυπτικό.

Ένας πρωτόγονος ψαράς, γράφει, επί χρόνια ψάρευε στην ακτή με πεζόβολο. Όμως, κάποια στιγμή σκέφθηκε ότι θα μπορούσε να ξανοιχτεί στα βαθειά και να ψαρέψει με πετονιά. Χωρίς να έχει την δυνατότητα να πάρει δάνειο, στην ουσία με αφετηρία την δημιουργική του σκέψη, αξιοποίησε το μόνο αγαθό που διέθετε: Χρόνο.

Εργάσθηκε υπερωριακά, περιόρισε τις καταναλωτικές του ανάγκες στο ελάχιστο και ναυπήγησε βάρκα, γνωρίζοντας ότι σε περίπτωση αποτυχίας όλος ο χρόνος και οι κόποι του, δηλαδή η επένδυσή του, θα πήγαιναν χαμένοι. Όταν, με την νέα τεχνολογία, άρχισε να πιάνει στην μονάδα του χρόνου πολύ περισσότερα και ποικίλα ψάρια από πριν, διεπίστωσε ότι η επένδυσή του απέδωσε, διότι έφερε καλύτερο αποτέλεσμα με λιγότερη δουλειά.

Κατάλαβε, έτσι, κάτι που δεν έχουν αντιληφθεί, ακόμα και σήμερα, οι φανατικοί της προσπάθειας, ότι δηλαδή η αύξηση της παραγωγικότητας –της κατά κεφαλήν παραγωγής προϊόντων στην μονάδα του χρόνου– δεν συναρτάται με περισσότερη, αλλά με λιγότερη και πιο εξειδικευμένη εργασία, εφόσον έχουν γίνει οι κατάλληλες επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες. Εάν ο ψαράς του παραδείγματος είχε απορρίψει την βάρκα ως «ξενόφερτη», εάν είχε βασισθεί στην προσευχή ή εάν είχε απλώς αμελήσει να εκσυγχρονισθεί πιστεύοντας ότι, ούτως ή άλλως, «μακροπρόθεσμα θα έχουμε όλοι πεθάνει», όπως διακήρυσσε ο Κέϋνς, θα είχε καθηλωθεί στο πεζόβολο, δηλαδή στην κυνηγοσυλλεκτική φάση της ανθρωπότητας, όπως συμβαίνει ακόμα σήμερα σε πρωτόγονες φυλές του Αμαζονίου που χρησιμοποιούν ελάχιστα εργαλεία.

Το γεγονός ότι ο χρόνος είναι κεφάλαιο που αποδίδει κέρδη το γνωρίζουν, βεβαίως, και όλοι όσοι έχουν σήμερα τοκοφόρες καταθέσεις στις τράπεζες, δηλαδή όλοι όσοι στερούνται των απολαύσεων της άμεσης κατανάλωσης για να χρηματοδοτήσουν, με το αζημίωτο, τους ποικίλους σημερινούς ψαράδες στις επιχειρηματικές τους εξορμήσεις.

Η έλλειψη κεφαλαίου, συμπεραίνει ο φον Μίζες, είναι συχνά έλλειψη χρόνου, έλλειψη τόλμης στην ανάληψη κινδύνων, έλλειψη μέριμνας για τον περιορισμό του κόστους καθώς και έλλειψη φαντασίας στην αξιοποίηση των ευκαιριών. Είναι, με άλλα λόγια, έλλειψη επιχειρηματικότητας, η οποία αποτελεί και το κύριο συστατικό στοιχείο του πραγματικού επιχειρηματία. Αυτού που ζει για να δημιουργεί και να εκπληρώνει στόχους.

Ο επιχειρηματίας δεν είναι κεφαλαιοκράτης, δεν είναι ο εργοδότης που εκμεταλλεύεται έναν συντελεστή παραγωγής. Δεν αποθησαυρίζει χρήμα. Κατά τον φον Μίζες, το χρήμα δεν είναι κεφάλαιο. Διότι όσο μένει ως χρήμα, δεν παράγει αγαθά. Όταν, όμως, διατεθεί για την αγορά μηχανημάτων και την μίσθωση εργασίας, παύει να υπάρχει ως χρήμα και συνιστά παραγωγική επένδυση, η οποία καλείται να ικανοποιήσει μια ζήτηση μέσα από την δημιουργική προσφορά που η ίδια παράγει.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο πραγματικός επιχειρηματίας είναι, πριν απ’ όλα, ένας άνθρωπος που απεχθάνεται τις βεβαιότητες και άρα μπορεί να αποφασίζει υπό καθεστώς αβεβαιότητας. Συνεπώς, το επιχειρηματικό πνεύμα είναι μία μορφή συμπεριφοράς και όχι μία πτυχή του χαρακτήρα. Τα θεμέλιά του είναι θεωρητικά και πνευματικά, και όχι διαισθητικά. Ο πραγματικός επιχειρηματίας ποτέ δεν επαναπαύεται και, βεβαίως, θεωρεί την δημιουργία ως ύπατο σκοπό ζωής. Σε αντίθεση δε με τις αντιεπιχειρηματικές θεωρίες, οι πραγματικοί επιχειρηματίες δεν συσσωρεύουν πλούτο, αλλά ανατροφοδοτούν αυτόν που παράγουν.

Καλοί επιχειρηματίες, τόνιζε ο Σουμπέτερ, είναι αυτοί που εμφορούνται από μία τάση την οποία αποκαλούσε «δημιουργική καταστροφή». Ο επιχειρηματίας μετακινεί πόρους από τους τομείς χαμηλής απόδοσης και παραγωγικότητας προς κλάδους που προσφέρουν ανώτερη απόδοση και παραγωγικότητα. Ο νεωτερισμός είναι το ειδικό εργαλείο του επιχειρηματικού πνεύματος. Είναι η δράση που ανοίγει νέες δυνατότητες στους πόρους, ώστε να δημιουργηθεί πλούτος.

Ο νεωτερισμός δημιουργεί πόρους. Για μία σύγχρονη επιχείρηση, η προσαρμοστικότητα στο ανταγωνιστικό της περιβάλλον αποτελεί χρυσό κανόνα της επιτυχίας. Υπάρχουν βεβαίως και κάποιοι κανόνες που οδηγούν στην επιτυχία, αλλά η εφαρμογή τους δεν αποτελεί πανάκεια. Αν πολλοί σύγχρονοι μάνατζερς αποφοίτησαν από το Χάρβαρντ ή την γαλλική Πολυτεχνική Σχολή, αυτό δεν σημαίνει ότι απέκτησαν αυτομάτως και το εισιτήριο της επιτυχίας.

Στην χώρα μας, οι πρωτεργάτες της ελληνικής βιομηχανίας (Κανελλόπουλος, Ηλιόπουλος, Δράκος, Μποδοσάκης, Κατσάμπας, Λαδόπουλος, κ.α.) κάθε άλλο παρά φορτωμένοι με ακαδημαϊκές δάφνες ήταν. Και όμως, πέτυχαν. Οι περισσότεροι ξεκίνησαν από το μηδέν. Είχαν, όμως, θάρρος, ιδέες, δυναμισμό, επιχειρηματικό ένστικτο και ρεαλιστική αντίληψη της αγοράς. Και από τους επιχειρηματίες αυτούς, όλοι θα είχαν δημιουργήσει πολλά περισσότερα για την οικονομία και την κοινωνία αν δεν είχαν να αντιμετωπίσουν ένα φαυλοκρατικό πολιτικό και διοικητικό σύστημα και μία νέο-οθωμανική αλλά και δήθεν «προοδευτική» αντίληψη για το επιχειρείν και την δημιουργία –είτε αυτή είναι ατομική, είτε συλλογική.

Αυτή η συνολική αντιεπιχειρηματική ιδεολογία, εξάλλου, είναι και η βασική αιτία της σχεδόν ανύπαρκτης παραγωγικής εξωστρέφειας της μεταποιητικής οικονομίας της χώρας και της σημερινής φυγής των πιο δυναμικών και δημιουργικών παιδιών της. Πολύ καλά κάνουν δε και φεύγουν, βλέποντας το πλοίο να βυθίζεται, λόγω βλακείας και ανικανότητας

πηγη